Ημερολόγια Πόλης

Μια βόλτα με χιόνι στη Βυζαντινή Πόλη

Της Μαρίας Δήμου 

Κάποτε χρειάζεται μια αφορμή, μια μικρή παρακίνηση, για να κάνει κανείς αυτό που έχει καιρό στο μυαλό του κι όλο το αναβάλλει. Κι όταν αυτή η αφορμή έρχεται ούτε χιόνι ούτε κρύο ούτε τίποτε τον σταματά. Έτσι κι εμείς αφού το είχαμε κανονίσει κι αφού τα είχαμε συμφωνήσει, βγήκαμε στο δρόμο για το Kalederhane, στην καρδιά της ιστορικής χερσονήσου.
Το ραντεβού είχε δοθεί κι η ώρα είχε κανονιστεί. Βρεθήκαμε όλοι στο Μπαλίνο κι η διαφωνίες ξεκίνησαν από την πρώτη στιγμή! Με τι θα πάμε; Ήταν η πρώτη και βασική ερώτηση κι η απάντησή μου αν και δεν πολυάρεσε επικράτησε των άλλων. Το τραμ και το μετρό είναι το πιο γρήγορο κι εύκολο, είπα και βρεθήκαμε να ακολουθούμε μέσα στο συρμό την ακτογραμμή του Κεράτιου, να χαιρόμαστε από τα παράθυρα το χιόνι που έπεφτε λαπά λαπά, όπως έλεγαν οι Ρωμιοί της παρέας,  μέχρι το Küçük Pazar. Όλα καλά κι όλα ωραία για αρχή αν και το κρύο αγρίευε. Αλλά το πράγμα δε θα πήγαινε έτσι! Η ηλεκτρική σκάλα για τη στάση του μετρό στη γέφυρα πάνω από τον Κεράτιο μας έβγαλε σ΄ ένα πραγματικό μπουγάζι. Ένας μολυβί Κεράτιος κάτω από τα πόδια μας και τα οικοδομικά μεγαθήρια στο βάθος του Πέρα να λάμπουν σαν ασημένιοι πύργοι στο λίγο φως του ήλιου που αντανακλούσε στις γυάλινες προσόψεις τους. Παγωμένος βοριάς, χιόνι και το ασανσέρ για το τερματικό του τρένου χαλασμένο. Βάλαμε τις κουκούλες, ανεβάσαμε τέρμα στο λαιμό τα φερμουάρ των μπουφάν μας και περπατήσαμε κόντρα στον άνεμο. Το τι άκουσα δεν λέγεται! Κι όταν είδαμε το τρένο να φεύγει πριν προλάβουμε να χτυπήσουμε τις κάρτες στο ακυρωτικό μηχάνημα, ήταν η χαριστική βολή! Ένα 10λεπτό αναμονής στην ανοιχτή στάση, έμοιαζε αιώνας για μερικούς!

Η Παναγία Κυριώτισσα

Χωθήκαμε στο βαγόνι που σταμάτησε εμπρός μας και βγήκαμε ακριβώς μπροστά στον προορισμό μας στη στάση Vezneciler. Η Παναγία Κυριώτισσα ξεχώριζε με τη χαρακτηριστική βυζαντινή τοιχοποιία της. Είχαν περάσει μερικά χρόνια από την τελευταία μου επίσκεψη αλλά κρατούσα καθαρά στη μνήμη την ομορφιά αυτού του ναού. Από τους πρώτους σταυροειδείς με τρούλο η εκκλησία αυτή  ακολούθησε την πορεία της Πόλης και πέρασε σταδιακά στα χέρια των κατακτητών της. Με την καταπληκτική ορθομαρμάρωση των τοίχων της μαγεύει τον επισκέπτη. Δεν μπόρεσα να αντισταθώ  στα λίγα λεπτά ηρεμίας κάτω από τον τρούλο της. Η απόλυτη ησυχία, το θαμπό φως που έμπαινε από τα παράθυρά της αυτή τη χειμωνιάτικη μέρα, η κούραση της μέρας αλλά και η βύθιση στα αλλεπάλληλα στρώματα ιστορίας που διαπερνούσα καθώς ένιωθα να βυθίζομαι στο παχύ πέλος του χαλιού, έκαναν αυτοκράτορες και σταυροφόρους, δερβίσηδες και αγάδες να περνούν από μπροστά μου. Επαναφορά στην πραγματικότητα, οι συνοδοιπόροι που περίμεναν κaι το ζεστό  τσάι του βουνού, κέρασμα από τον νεαρό ιμάμη του τζαμιού των Καλεντέρ, που με περίμενε στην έξοδο. Άλλη μια υπόσχεση για επιστροφή σύντομα.

Sτη Μονή Λιβός

Φυσικά δεν τόλμησα να ξαναπώ τίποτε για μετρό και τραμ και μπήκαμε στο πρώτο ταξί που βρέθηκε μπροστά μας. Δεύτερη μέρα που χιονίζει στην Πόλη αλλά δε λέει να το στρώσει. Το κρύο εξακολουθεί να είναι τσουχτερό. Η απόσταση μικρή, η κίνηση περιορισμένη, φτάσαμε σε λίγα λεπτά στη Μονή Λιβός. Άλλο ένα διαμαντάκι, όπως θα έλεγε ένας φίλος. Βυθισμένο κι αυτό λίγα σκαλιά κάτω από το επίπεδο του δρόμου, πρόσφατα ανακαινισμένο, πάνω στην κεντρική λεωφόρο Adnan Menderes, στην κοιλάδα του ποταμού Λύκου,που κάποτε διέσχιζε την Πόλη, μοιάζει πια παράταιρο με τα γύρω οικοδομήματα. Κατέβηκα την σκάλα για να βρεθώ στην κεντρική είσοδο του Molla Fenari Isa Camii, όπως λέγεται σήμερα.  Άνοιξα την πόρτα, έβγαλα τα παπούτσια μου και κάνοντας λίγα βήματα σκούντησα την βαριά δερμάτινη κουρτίνα που καλύπτει την είσοδο των τεμενών. Θυμήθηκα την πρώτη μου επίσκεψη πριν από 10 και βάλε χρόνια. Από τότε είχα να έρθω. Πολλά άλλαξαν σκέφτηκα αλλά η μοναδικότητα του συγκροτήματος αυτού παραμένει. Δύο ναοί κι ένα ταφικό παρεκκλήσι στη μέση συγκροτούν τη Μονή Λιβός. Η ίδια τοιχοποιία, με την Παναγία Κυριώτισσα, κόκκινο τούβλο, που εδώ πια είναι ορατό και στο εσωτερικό. Μόνα σημάδια του παλαιού διάκοσμου τα λίγα μαρμάρινα στοιχεία. Κινόκρανα με άκανθες, διακοσμητικά σιρίτια με σταυρούς, μαίανδροι και σταυροειδή σύμβολα. Η σύνδεση των τριών λατρευτικών χώρων κάνει το χώρο να μοιάζει δαιδαλώδης. Η ώρα της προσευχής είχε έρθει, ο μουεζίνης πήρε τη θέση του μπροστά στο μιχράμπ κι άρχισε το κήρυγμα. Λίγοι οι πιστοί που μπήκαν αλλά κανένας δεν έδειξε να ενοχλείτε από μια ξένη που άλλοτε καθόταν στο χαλί άλλοτε περιφερόταν και συχνά πυκνά φωτογράφιζε. 

Πύλη της Αδριανούπολης

Η αποστολή της ημέρας είχε τελειώσει κι η πείνα άρχισε να δίνει τα πρώτα σημάδια. Το κρύο έξω συνέχιζε να είναι τσουχτερό και ο αέρας να κάνει τις νιφάδες που συνέχισαν κατά διαστήματα να πέφτουν να στροβιλίζονται. Τελευταία στάση, κάπου για φαγητό. Το Edirnekapı δεν ήταν τόσο μακριά και η ιδέα για μια ζεστή σούπα στο μαγαζί με κουζίνα από το Maraş φαινόταν αρκετά καλή. Εξάλλου το logo του μαγαζιού ήταν Antiobiyotiksiz grip tedavi (θεραπεία για την γρίπη χωρίς αντιβιοτικά) . Το ταξί σταμάτησε μπροστά στο τζαμί της Μιχριμάχ και στα λίγα βήματα μέχρι τη λοκάντα τα πανωφόρια μας έγιναν άσπρα από το χιόνι.  Αυτό το παιχνίδι του καιρού μάλλον δεν άρεσε σε κανέναν. Ελάχιστα λεπτά χιονόπτωσης, όσο συχνά κι αν επαναλαμβάνεται, δεν είναι ικανά να το στρώσουν κι ο δικός μας ενθουσιασμός είχε εξανεμιστεί. Το Kahraman Maraş Paça μοιάζει να διατηρεί ζωντανή την παράδοση αιώνων, που θέλει την είσοδο στην Πόλη από την Πύλη της Αδριανούπολης να κυριαρχείται από μικρά εστιατόρια που ικανοποιούσαν την πείνα των εμπόρων και των πραματευτάδων, που έφταναν από τη Θράκη με τις παραγωγές τους για τις αγορές της Πρωτεύουσας. Ο Maraşlı μας φιλοξένησε με τον καλύτερο τρόπο στο αυτοσχέδιο κατάλυμα που είχε φτιάξει στην αυλή κι ακουμπούσε στον τοίχο του οθωμανικού τζαμιού. Μια ξυλόσομπα στη μέση κι η ζέστη που σκορπούσε ήταν ό,τι έπρεπε γι’ αυτήν την κρύα μέρα. Πατσάς και γεμιστά λαχανικά, από αυτά που αποξηραίνουν και κρέμονται σαν κομπολόγια στα μαγαζιά, μελιτζάνες και ντομάτες, και λίγα γιαπράκια με πλιγούρι. Κέρασμα η ρόκα και τα ρεπάνια. Φάγαμε, χορτάσαμε και φυσικά πιάσαμε και την κουβέντα με τους ανθρώπους του μαγαζιού πίνοντας τσάι ντεμλίδικο, την πιο απολαυστική ώρα του τραπεζιού. 
Όταν βγήκαμε έξω ο αέρας είχε και πάλι δυναμώσει. Η επιστροφή στο σπίτι ήταν πια μονόδρομος. 

 

 

 

 

 

 

Η μοναδική γυναίκα που το πρόσωπό της κοσμεί νόμισμα στην Τουρκία με καταγωγή από Ελλάδα

Της Μαρίας Δήμου

Ποια είναι η μοναδική γυναίκα, εκτός από βασίλισσες κι άλλες σημαντικές ιστορικές προσωπικότητες,  που το πρόσωπό της κοσμεί νόμισμα;
Η Sabiha Tansuğ γεννήθηκε στην Κομοτηνή το 1933 κι έζησε εδώ μέχρι το 1941, οπότε η οικογένειά της, φοβούμενη τη σκληρή βουλγαρική κατοχή και τα πιέσεις προς τον ντόπιο πληθυσμό, μετανάστευσε στην Τουρκία. Ο πατέρας της ήταν δημόσιος υπάλληλος του οθωμανικού κράτους και η μητέρα της κόρη εμπόρου αγά. Ήρθαν στη Θράκη μετά την κατοχή από τους Άγγλους της  Πόλης γύρω στο 20. Η ίδια λέει πως ζούσαν σε ένα αγρόκτημα με μεγάλο κήπο, με δέντρα και λουλούδια. Μάθαινε οθωμανικά από μικρά βιβλιαράκια που έφταναν στα χέρια τους από την Τουρκία. Ο πατέρας της τότε έγινε δάσκαλος του χωριού και με τη μητέρα της προσέφεραν εθελοντική εργασία στα γύρω χωριά. Θυμάται λέει καθαρά το ταξίδι της μετανάστευσης κι επιστροφής στην Τουρκία και το πέρασμα του Έβρου μέσα σε άμαξες μαζί με άλλους ανθρώπους αλλά και ζώα, κότες και σκύλους. 

Το πορτρέτο που κόσμησε κέρματα του 1970

Η Sabiha είναι μια σημαντική προσωπικότητα, όχι μόνο για την Τουρκία αλλά για όλον τον κόσμο, για δύο λόγους. Πρώτα γιατί το πρόσωπο της είναι το μοναδικό γυναικείο πρόσωπο που δεν έχει σχέση με πολιτική ή ιστορικά γεγονότα και κοσμεί επιφάνεια νομίσματος. Το 1968 η Sabiha οργάνωσε την πρώτη της έκθεση με κεφαλομάντηλα που είχε συλλέξει κατά την πολύχρονη περιήγησή της στην Ανατολία. Όταν ο διευθυντής του Τουρκικού νομισματοκοπείου επισκέφτηκε την έκθεση ζήτησε από την Sabiha να ποζάρει με το νυφικό κεφαλομάντηλο των γυναικών της Άγκυρας. Αυτό το πορτρέτο κόσμησε το 1970 το κέρματα των 50 kuruş. Η συλλογή της Sabiha ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο. Διοργάνωσε εκθέσεις με τα κεφαλομάντηλα της Ανατολίας στην Ιαπωνία, στο Παρίσι, στις Βρυξέλλες, στο Στρασβούργο, στην Κολονία, στο Ρότερνταμ και αλλού. 
Αν και εξέφρασε την επιθυμία της να ιδρυθεί μουσείο για να στεγάσει τα 2700 κομμάτια της συλλογής, το Υπουργείο Πολιτισμού της το αρνήθηκε.  Μέχρι που το 2010, με την ανακήρυξη της Πόλης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, η Sabiha  με τη βοήθεια και τη στήριξη φίλων της ενοικίασε ένα διαμέρισμα στο Meçidiyeköy και εξέθετε εκεί κεφαλομάντηλα από τον 16ο αι. μέχρι το 1950. (Sabiha Tansuğ Sanat ve Kültür Evi)

Στον ιστορικό λόφο με τη μαγευτική θέα στον Κεράτιο

 Ένας  ακόμα λόγος  που θα πρέπει να θυμόμαστε την Sabiha Tansuğ είναι η αναγέννηση του καφενείου στο λόφο του Piyer Loti στο Eyup της Πόλης. Πάνω στον ιστορικό λόφο με τη μαγευτική θέα στον Κεράτιο κόλπο υπήρχε το καφενείο όπου ο Γάλλος αξιωματικός Pierre Lotty συνήθιζε να περνά τις ώρες του και να αναπολεί τον μεγάλου έρωτα. Όταν το 1964 η Sabiha έφτασε εδώ, ο τόπος ήταν εγκαταλελειμμένος. Αποφάσισε να δημιουργήσει εκεί ένα παραδοσιακό τουρκικό καφενείο αναγεννώντας την κουλτούρα που συνοδεύει τον καφέ. Τις φορεσιές των καφετζήδων, τα φλιτζάνια και τα μπρίκια, την εστία αλλά και τις συζητήσεις, τις παρέες. Το καφενείο στο λόφο του  Piyer Loti συγκέντρωνε για χρόνια τον καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό κόσμο της Πόλης. Ήταν σημείο αναφοράς κάτω από την καθοδήγηση της Sabiha. 
Η Sabiha πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής της στην περιοχή της Σμύρνης όπου άφησε την τελευταία της πνοή στις 24 Ιανουαρίου 2023. Η συλλογή της μεταφέρθηκε  στο χωριό Bademler  και φιλοξενείτε στο Sanat Köyü, όπου δημιουργηθεί χώρος με την επωνυμία Sabiha Tansuğ Etnografya Müzesi. 

 

 

 

 

 

 

 

Αναζητώντας τα ίχνη της ρωμαίικης και της αρμενικής κοινότητας στην ιστορική Σεβάστεια

Της  Μαρίας Δήμου

Η περίοδος των διακοπών στην Τουρκία δίνει την ευκαιρία για αποδράσεις από τον ασφυκτικό κλοιό της Πόλης. Η χειμερινή περίοδος είναι ιδανική ευκαιρία για μια εκδρομή σε ορεινούς προορισμούς, για επισκέψεις στους γενέθλιους τόπους, για μικρά ή μεγάλα ταξίδια σε περιοχές που όλοι ελπίζουν να βρουν χιόνι και χαρά. 
Έτσι κι εμείς είπαμε να κάνουμε ένα ταξίδι που να διασχίζει τη χώρα, να ξεκινά από τη Δύση και να ακολουθεί το δρόμο προς την Ανατολή. Ένα ταξίδι πάνω σε παλιές, σχεδόν αρχαίες διαδρομές. Ένα ταξίδι με τρένο είπαμε να κάνουμε εδώ και καιρό. Ίσως επηρεασμένοι από διηγήσεις παλιές, από ταινίες και βιβλία είπαμε να φύγουμε από τη βοή της Πόλης και να χαθούμε έστω και για λίγο στην απεραντοσύνη  της Ανατολίας. 

Η μισή μαγεία το τρένο κι άλλη μισή η Σεβάστεια

Κλείσαμε εισιτήρια από νωρίς, γιατί η ζήτηση είναι μεγάλη. Το Hızlı tren για το Sivas έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη κι έχει γίνει η επιλογή για χιλιάδες επίδοξους ταξιδιώτες. Κάναμε πλάνα και σχεδιασμούς, αναζητήσαμε πληροφορίες, επιλέξαμε προορισμούς. Η μισή μαγεία το τρένο κι άλλη μισή η Σεβάστεια στην καρδιά του χειμώνα, ελπίζαμε χιονισμένη. 
Το τρένο βέβαια δεν φεύγει εδώ και χρόνια από τον περίφημο σταθμό του Haydar Paşa στην ακτή του Kadıköy (Χαλκηδόνα). Ο εμβληματικός σταθμός μετά και από την καταστροφή της στέγης του από φωτιά το 2011 έκλεισε οριστικά.  Μια μακρά εποχή έλαβε τέλος και τα σχέδια για τον σιδηρόδρομο που θα ένωνε την Ευρώπη με την Ανατολή, το Βερολίνο, το Παρίσι, το Λονδίνο με τη Βαγδάτη, με το θρυλικό Orient Express και τους διάσημους ταξιδιώτες και περιηγητές του, έχει περάσει δεκαετίες πια στην ιστορία. 
Μια καινούρια όμως σελίδα έχει ανοίξει εδώ και μερικά χρόνια! Το γρήγορο τρένο του τουρκικών σιδηροδρόμων ξεκινά από το Söğütlü Çeşme της Χαλκηδόνας και φτάνει μέχρι τη Σεβάστεια της άλλοτε Μικρής Αρμενίας. Πήραμε το πρωινό δρομολόγιο για ένα ταξίδι 7 ωρών και 25 λεπτών. Βολευτήκαμε στις άνετες πολυθρόνες της λότζας μας και το τρένο σφύριξε ακριβώς στην ώρα του. Η συνεχής επέκταση της Πόλης μετέτρεψαν όλα τα παράλια του κόλπου της Νικομήδειας σε κατοικημένη περιοχή. Έτσι από τη Χαλκηδόνα μέχρι το İznik το τρένο δεν μπορούσε να αναπτύξει ταχύτητα κι έμοιαζε περισσότερο με προαστικό. Το κέρασμα και το ζεστό τσάι μας έκαναν να ξεχαστούμε. 

Πορεία παράλληλη με δρόμο του μεταξιού

Η διαδρομή απέκτησε ενδιαφέρον στις όχθες της λίμνης της Σαπάντζα. Πράσινο, βουνά και νερά μέχρι το Eskişehir. Από εκεί ξεκίνησε η ανάβαση στο υψίπεδο της Ανατολίας και οι συνεχείς κυματισμοί των λόφων. Τοπίο ξερό άλλοτε άγονο κι άλλοτε καλλιεργήσιμο. Αυτήν την εποχή όμως παντού κυριαρχεί μια μονότονα καφέ απόχρωση. Το κλίμα εδώ είναι σκληρό. Ο χειμώνας κρύος και μακρύς.  Άγκυρα, Kırıkkale, Yozgat, Sivas.  Πορεία παράλληλη με το δρόμο του μεταξιού. Λίγο πιο βόρεια εμείς πάνω στη σιδηροδρομική γραμμή ακολουθούσαμε νοερά κι από απόσταση τα καραβάνια που έφευγαν για τις αγορές των Ινδιών και της Κίνας αλλά και του στρατούς αυτοκρατοριών που ξεκινούσαν από τις πρωτεύουσες της Δύσης για να κατακτήσουν τον πλούσιο κόσμο της Ανατολής. Μαζί τους περιηγητές και τυχοδιώκτες άλλων εποχών αναζητούσαν τη μαγεία και τον πλούτο που ονειρεύονταν. Τα ψηλά χάνια της Καππαδοκίας δε φαίνονται από δω. Οι δρόμοι μας ακολουθούν την ίδια κατεύθυνση αλλά η απόσταση μας χωρίζει.

Η Σεβάστεια έσβησε τα ίχνη του παλαιού πληθυσμού της

Με ένα λαμπερό απογευματινό ήλιο μας υποδέχτηκε το Sivas.   Η ελπίδα μας για χιόνι είχε εξανεμιστεί με τα τελευταία δελτία καιρού. Η αλλαγή στο κλίμα είναι πια έντονη. Μόλις πριν από το Sivas λίγο ασπρισμένες κορυφές στο βάθος φαινόντουσαν καθώς το τρένο πλησίαζε στην πόλη. Στο υψόμετρο των 1200 μ. και σε απόλυτα ξερή ατμόσφαιρα η αίσθηση του κρύου ήταν τελείως διαφορετική από την υγρή Σταμπούλ. Μια κλασική επαρχιακή τουρκική πόλη η Σεβάστεια, έδινε με την πρώτη ματιά την εικόνα μιας ήρεμης σχεδόν σιωπηλής πόλης. Μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα και μ’ ένα ικανό αριθμό κατοίκων, που ξεπερνά κατά λίγο τις 300.000, διαμόρφωσε με την ίδρυση του κράτους το δικό της χαρακτήρα. Τραυματισμένη βαθιά και χάνοντας συστατικά στοιχεία του παλαιού πληθυσμού της, φρόντισε να σβήσει και τα ίχνη του. Έτσι οι παλιές συνοικίες που συναντά κανείς στις περισσότερες επαρχιακές πόλεις εδώ δεν υπάρχουν. Ούτε ναοί, ούτε νεκροταφεία, ούτε σπίτια. Σαν η πόλη να γεννήθηκε πάνω στα απομεινάρια των Σελτζούκων κάπου στις δεκαετίες του 40 και του 50. Κάνοντας ένα άλμα στο ιστορικό της παρελθόν. Αναζητήσαμε ίχνη της ρωμαίικης και της αρμενικής κοινότητας. Οι νέοι άνθρωποι τα αγνοούν. Καμαρώνουν για τα υπέροχα χάνια και τους μεντρεσέδες που κοσμούν την πόλη τους.

Η Σεβάστειθα κρύβει καλά τα μυστικά της

Εδώ ο ήλιος ανατέλλει λίγο πιο νωρίς. Η ζωή ξεκινά πρωί κι η παγωνιά παραμένει μέχρι να ανέβει λίγο πιο ψηλά στον ουρανό. Κι η καινούρια μέρα μας χάρισε μια εξαιρετική διαύγεια. Περπατήσαμε στις αγορές, μπήκαμε στα χάνια, σταθήκαμε στις πλατείες. Από  το Behrampaşa Hanı, το Çifte Minareli και το Sifaiye Han,  στο Gök και Ulu Cami, στη βιβλιοθήκη  Ziyabey Yazma Eser, οι διαδρομές ήταν εύκολες και ευχάριστες. Εντυπωσιακά αρχιτεκτονήματα, με καλλιτεχνικές προσόψεις, με κεντημένες θαρρείς τις υπόλευκες πέτρες που καλύπτουν τις εισόδους τους. Έργα όλα των Σελτζούκων.
Κι από εκεί στις κλειστές αγορές των λαχανικών και των τοπικών προϊόντων. Εκεί που χτυπά η καρδιά της κάθε πόλης, εκεί που μπορείς να αφουγκραστείς τον παλμό της.  Στάθηκε αδύνατο να φάμε Kelle, ψητό κεφαλάκι αρνιού, το αγαπημένο πρωινό πιάτο των ντόπιων, γιατί θα έπρεπε να βγούμε αξημέρωτα για να προλάβουμε ανοιχτά τα μαγαζιά που το προσφέρουν. Φάγαμε όμως καλό κεμπάπ και ήπιαμε καφέ στο Çerkezin Kahvesi που καταφέρνει να κρατά την αυθεντική ατμόσφαιρά του από το 1943. 
Η Σεβάστεια κρύβει καλά τα μυστικά της. Ζει στους παλμούς του σήμερα κι επιλέγει τι θα κρατήσει από το παρελθόν της. Παραμένει μια ιστορική πόλη πάνω στους παλιούς και τους νέους δρόμους του εμπορίου και των στρατηγικών σχεδιασμών. Είναι η Σεβάστεια των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων και του Αγίου Βλασίου, των Αλεβητών και των Αρμενίων. Είναι μια πόλη απίστευτα καθαρή, με καθαρό ορίζοντα που δεν κρύβεται από ψηλά κτίρια. Το υψόμετρο και η διαύγεια της ατμόσφαιρας λες και φέρνουν το στερέωμα πιο κοντά!
Το τρένο της επιστροφής σφύριξε και πάλι κι εμείς αφήσαμε πίσω μας το Sivas ένα μεσημέρι που ο ουρανός του γέμιζε με σύννεφα. Ίσως το χιόνι να έρθει τελικά εδώ με λίγο μεγαλύτερη καθυστέρηση! Η επιστροφή πάντα είναι πιο γρήγορη κι η Πόλη μας περίμενε στη πηχτή αλλά τόσο γνώριμη ατμόσφαιρά της. 

 

 

 

  

 

 

 

Η ακρίβεια τραβά την ανηφόρα

Της Μαρίας Δήμου


Η ζωή τραβάει την ανηφόρα, λέει το γνωστό ποίημα του Ρίτσου κι η παραφθορά του στίχου που ταιριάζει στην Πόλη είναι: «Η ακρίβεια τραβά την ανηφόρα».
Αυτά που ξέραμε παλιά σαν τουρίστες, για φτηνή Πόλη, για φτηνά ξενοδοχεία και φαγητό, για φτηνά μεταφορικά μέσα, να τα ξεχάσουμε. Κι αν οι επισκέπτες μπορούν για λίγες μέρες να ανοίξουν λίγο παραπάνω το βαλάντιο τους για να χαρούν την ποθητή Πόλη, εμείς που ζούμε εδώ θα πρέπει να βάζουμε κάθε τόσο και πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη. 
Τελευταίο «χτύπημα» η αύξηση των εισιτηρίων στα ΜΜΜ   και του κόμιστρου των ταξί. Η αύξηση φτάνει το 35% κι από τις 20 TL για το ενιαίο εισιτήριο για λεωφορεία, τραμ, μετρό από σήμερα το κάθε κτύπημα της κάρτας Istanbul kartı θα αντιστοιχεί σε 27 TL. Η διαδρομή με το Marmaray, τη γραμμή του metro, που ενώνει τις δύο ακτές, με το υπόγειο τούνελ κάτω από το Βόσπορο στοιχίζει πια 59,76 TL. Η άνοδος αυτή συμπαρασείρει φυσικά και την ακτοπλοϊκή συγκοινωνία με τα βαπόρια για τις περιοχές στις ακτές του Βοσπόρου και του Κεράτιου και για τα νησιά. 
 Geçmiş olsun! Περαστικά μας λοιπόν κι ας κάνουμε λίγο παρά πάνω βόλτες με τα πόδια! 

Ένα χαμάμ του Σινάν ΠΩΛΕΙΤΑΙ

Της Μαρίας Δήμου

Τις τελευταίες μέρες ο καιρός δεν βοηθάει και πολύ για βόλτες. Λίγο η βροχή, λίγο το κρύο και η καταχνιά, ίσως και οι υποχρεώσεις των γιορτών που αφήνουν πάντα μια κούραση, και οι μέρες πέρασαν με τις μετακινήσεις με το μετρό και το λεωφορείο. Όλα ιδωμένα μέσα από τα θολά μουσκεμένα τζάμια  ή αόρατα μέσα από τις υπόγειες στοές, αφήνουν μια ξινόπικρη επίγευση με την επιστροφή στο σπίτι.  Η Πόλη όμως είναι για να την βλέπεις και να τη σεργιανάς. Να χάνεσαι και να πλανάσαι στα σοκάκια και στις λεωφόρους της.
Έστω και μέσα από τα τζάμια του τραμ που ακολουθεί την ακτή του Κεράτιου πρόσεξα πριν από μέρες πως το πανό που κρεμόταν έξω από το Χαμάμ του Τζιμπαλιού, στην ομώνυμη γειτονιά, κι ανακοίνωνε με τεράστια κόκκινα γράμματα πως το κτίριο προσφερόταν για πώληση, είχε κατεβεί. Θυμήθηκα αμέσως την κίνηση διαμαρτυρίας που είχε δημιουργηθεί το καλοκαίρι για την πώληση του ιστορικού αυτού μνημείου. Πώς ήταν δυνατόν να βρίσκεται σε χέρια ιδιωτών ένα τόσο σημαντικό μνημείο, να έχει φτάσει σ’ αυτήν την κατάσταση και να πωλείται; Οι διαμαρτυρίες ήταν έντονες. Έφεραν άραγε αποτέλεσμα;
Έργο του μεγάλου Mimar Sinan, χτισμένο από τη Nurbânû Sultan, τη μητέρα  Μουράτ του Γ΄, ως προσοδοφόρο βακούφι στο συγκρότημα του τζαμιού Atik Vâlide Sultan στο Σκούταρι, το χαμάμ αυτό είναι πια ένα ερείπιο στη γωνία του δρόμου που οδηγεί από την ακτή του Κεράτιου στο τζαμί του Φατίχ, στην κορυφή του τέταρτου λόφου. Ποτέ έως τώρα δεν είχα δει την πόρτα του ανοιχτή. Ποτέ δεν είχα μπει μέσα.
Σήμερα την επιστροφή από το Μπαλίνο ήταν βάβαιο πως θα την έκανα με τα πόδια, τουλάχιστον μέχρι την αφετηρία των λεωφορείων, στο Eminönü. Η βροχή είχε σταματήσει, ο αέρας είχε πέσει κι η μέρα ήταν ιδανική για περπάτημα. Περπάτησα από τον Μπαλατά προς το Φανάρι κι ο νους μου ήταν στο χαμάμ του Τζιμαπλιού, στο Ayakapı, στην Αγία Πύλη των τειχών.

Εγκατάλειψη, καταστροφή…

Πέρασα τα φανάρια και στάθηκα και φωτογράφισα την παλιά είσοδο με την οθωμανική επιγραφή στο υπέρθυρο. Η πόρτα, μερικά σανίδια καρφωμένα, ήταν  λίγο πιο κάτω από το επίπεδο του δρόμου. Τα πέτρινα κτίρια βυθίζονται στο προσχωσιγενές έδαφος των ακτών, το οδόστρωμα ανεβαίνει με τις συνεχείς ασφαλτοστρώσεις. Προχώρησα προς την μεριά του παραλιακού δρόμου. Η πόρτα ήταν ανοιχτή. Μερικά αυτοσχέδια σκαλάκια οδηγούσαν στον ανοιχτό χώρο. Στάθηκα μετά από τα δύο πρώτα βήματα. Σκέφτηκα εγκατάλειψη αλλά αμέσως πρόσθεσα καταστροφή. Τίποτε δεν θύμιζε χαμάμ. Ούτε ίχνος μαρμάρου, ούτε ίχνος νερού. Ίσως οι τρούλοι με τα ανοίγματα να άφηναν μια υποψία στον ανίδεο επισκέπτη. Όμως η κατασκευή από μπετόν αρμέ στη μέση του ανοιχτού χώρου ήταν η χαριστική βολή στο οικοδόμημα. Στάθηκα και κοιτούσα. Ούτε να φωτογραφίσω δεν ήθελα. Πού είναι το χαμάμ της Βαλιντέ Σουλτάν, που λούζονταν οι ψαράδες και οι καϊκτσήδες κι οι εργάτες των ταρσανάδων! Πού είναι η μεγάλη πισίνα, η χαβούζα, που του έδινε και το δεύτερο όνομά του! Πού είναι το χαμάμ των Εβραίων, που μνημονεύει ο Τσελεμπής! Εδώ λούζονταν οι κόρες τους πριν από το γάμο, ήταν λέει παράδοση γι’ αυτούς που έμεναν λίγο πιο κάτω, στον Μπαλατά. 

«Χάθηκε αυτή η κουλτούρα»

-Τίποτε δεν έμεινε, μου λέει κι ο άνθρωπος που με πλησιάζει από το βάθος.
Μια άδεια αποθήκη που κάποτε ήταν μηχανουργείο, ένα κέλυφος αδειανό, κακοποιημένο, που ακόμα είναι σε πώληση αλλά μάλλον από ντροπή του αφαιρέθηκε το πανό. Ένα οικόπεδο που αξίζει πολλά κι ένα κτίσμα που είναι ανεκτίμητο, πώς μπορούν εύκολα να εξαγοραστούν! Ποιος έχει τη δύναμη και τη δυνατότητα να το αναγεννήσει!
-Ακόμα και να επισκευαστεί ποιοι θα έρθουν; Οι άνθρωποι πια δεν αγαπούν το χαμάμ. Χάθηκε αυτή η κουλτούρα. Μόνο οι τουρίστες πια πηγαίνουν αλλά αυτά δεν είναι για μας, δεν είναι τα χαμάμ που ξέραμε. Δεν έχουν καμιά σχέση με τα χαμάμ των δικών μας χρόνων, συνεχίζει να λέει ο άνθρωπος που εκτελεί μάλλον χρέη φύλακα. 
Φωτογραφίζω τον σκοτεινό θόλο, τον χαιρετώ και βγαίνω και πάλι στο δρόμο. Το θάμπος της συννεφιασμένης μέρας μάλλον ταιριάζει σ’ αυτήν την πόλη, γιατί κρύβει πίσω από το αχνό πέπλο της τις ασχήμιες της.  

                         

Χαλιά χειμώνα-καλοκαίρι στην Τουρκία

Της Μαρίας Δήμου

Δύο πολύ ενδιαφέρουσες περιπτώσεις που αφορούν στα χαλιά στην Τουρκία.
Η πρώτη που έχει σχέση με την εποχή που διανύουμε, την καρδιά του χειμώνα, λάμβανε χώρα πριν από μερικές δεκαετίες στις ανατολικές και βόρειες επαρχίες. Όταν δεν υπήρχε ή δεν είχε φτάσει ακόμα η ηλεκτρική σκούπα στις περιοχές αυτές, οι άνθρωποι συνήθιζαν να καθαρίζουν τα χαλιά και τα κιλίμια τους με το χιόνι. Εδώ χειμώνας σήμαινε συνεχή χιονόπτωση, κρύο για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Έτσι ευκαιρίες για καλό καθαρισμός  δεν υπήρχαν. Οι άνθρωποι λοιπόν έβγαζαν τα στρωσίδια τους και τα άπλωναν πάνω στο καθαρό χιόνι. Έριχναν πάνω τους ξερό-παγωμένο χιόνι και το έτριβαν στη βρόμικη επιφάνεια. Μετά με ξύλινους λοστούς τα χτυπούσαν για να ξεκολλήσει το χιόνι, που καθώς ήταν παγωμένο δεν άφηνε υγρασία πάνω στο χαλί. Μαζί με το χιόνι έπεφτε η σκόνη και τα χνούδια, τα ακάρεα και τα βακτήρια κι όλη η βρομιά.  Επανατοποθετούνταν στο εσωτερικό του σπιτιού μεταφέροντας μια αίσθηση φρεσκάδας και καθαριότητας.
Η δεύτερη περίπτωση μας μεταφέρει στην άλλη άκρη της χώρας, στη νοτιοδυτική περιοχή της Antalya, και χρονικά στους ζεστούς μήνες του καλοκαιριού. Εδώ αμέσως μετά το θερισμό των σιτοχωραφιών, πάνω στα ξερά απομεινάρια των σταχιών, που δημιουργούν μια απόσταση από το έδαφος, απλώνουν σήμερα   ακριβά χειροποίητα χαλιά για να τα «κάψει» ο ήλιος. Είναι συνήθως παραγγελίες από την Ευρώπη και την Αμερική. Καθώς οι τάσεις τις μόδας ζητούν παλ αποχρώσεις τα έντονα χρώματα των τουρκικών παραδοσιακών χαλιών έρχονται σε αντίθεση με την υπόλοιπη διακόσμηση. Έτσι το άπλωμα κάτω από τον καυτό ήλιο βοηθά σε ένα ομοιόμορφο ξεθώριασμα και τη δημιουργία παστέλ αποχρώσεων. Τα χαλιά συχνά πυκνά γυρίζουν κι από την άλλη μεριά, τινάζονται και ξαναστρώνονται. Βέβαια η φύλαξή τους μέρα νύχτα είναι μια ακόμα παράμετρος της υπόθεσης αυτής. Στο τέλος το έντονο κόκκινο γίνεται ροζ και το βαθύ μπλε γαλάζιο και σε λίγο καιρό το χαλί κοσμεί ένα ευρωπαϊκό σαλόνι. 

Το ναυάγιο της «Παγκόσμιας Αρμονίας» στο Βόσπορο

Της Μαρίας Δήμου

Έχετε δει πώς πάνε κι έρχονται τα βαπόρια στο Βόσπορο; Όχι, μόνο τα εμπορικά καράβια, τα τάνκερ, τα μικρά και τα μεγάλα, τα καΐκια, οι τράτες, τα μοτόρια, τα φέρυ-μπόουτ, οι βάρκες, τα γιοτ; Ακόμα και υποβρύχια μπορεί να δει κανείς, πλωτές πλατφόρμες εξόρυξης πετρελαίου κι ό,τι άλλο επιπλέει και πλέει στο νερό περνά από αυτά τα στενά. Κι είναι μερικές φορές να απορεί και να τρομάζει κανείς με την εφαρμογή των κανόνων ναυσιπλοΐας αλλά και τον συντονισμό τόσων σκαφών που κινούνται, άλλα αργά κι άλλα με μεγάλη ταχύτητα, στα νερά του Βοσπόρου. 
Κι αν όλα σχεδόν πάντα πάνε κατ’ ευχήν και by the book υπήρξαν φορές που τα πράγματα εξελίχθηκαν με τραγικό τρόπο. Κι αν αυτό που θυμάμαι από το πρώτο μου ταξίδι στην Πόλη, παιδί όντας, ήταν ένα προσαραγμένο καράβι κάπου στα μισά του Βοσπόρου με την πλώρη στραμμένη πάνω στα γυαλιά, προχθές ο Σιμεών μου διηγήθηκε, καθώς κατεβαίναμε από τα Καβάκια προς το Μπεσίκτας με το βαπόρι της γραμμής, τη δική του παιδική ανάμνηση από το πιο τραγικό ναυτικό δυστύχημα των Στενών. Η «Παγκόσμιος Αρμονία» είναι για όσους ζούσαν τότε στην Πόλη σύμβολο της ναυτικής τραγωδίας. 

Η νύχτα της 14ης Δεκεμβρίου

52 μέρες καίγονταν ο Βόσπορος, η θάλασσα, το νερό. 53 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε ένα από τα χειρότερα ναυτικά δυστυχήματα. Η Πόλη έζησε στιγμές τρόμου αλλά και φρίκης.
Ήταν τη νύχτα της 14ης Δεκεμβρίου του 1960, στις 2.30 μετά τα μεσάνυχτα, όταν το Γιουγκοσλαβικό δεξαμενόπλοιο Petar Zoranić ερχόμενο από το ρωσικό λιμάνι Tuapse φορτωμένο με υγρά καύσιμα συγκρούστηκε με το ελληνικής σημαίας και πλοιοκτησίας Νιάρχου, άδειο δεξαμενόπλοιο, World Harmony σε ένα από τα πιο στενά σημεία του Βοσπόρου κοντά στην Kanlıca. Η έκρηξη λέει που ακολούθησε και η φωτιά που εκδηλώθηκε έκανε τους κατοίκους ακόμα κι από τα γύρω υψώματα να πεταχτούν από τα κρεβάτια τους και να βγουν στους δρόμους. Όπως έγραψαν οι εφημερίδες τότε στους τίτλους τους "Denizde can pazarı" – η θάλασσα έγινε ένα παζάρι ψυχών. Οι ναυτικοί έπεφταν στο παγωμένο νερό αλλά είχαν να αντιμετωπίσουν κι εκεί τις φλόγες από το καύσιμο που χύνονταν στη θάλασσα αλλά και να παλέψουν με τα ισχυρά θαλάσσια ρεύματα. 

Η Πόλη έζησε ένα εφιάλτη

Γρήγορα τα δύο ακυβέρνητα σκάφη έγινα καρυδότσουφλα που οι άνεμοι και τα θαλάσσια ρεύματα τα πήγαιναν από τη μια ακτή στην άλλη. Όταν πλησίασαν στη Στένη, στην ευρωπαϊκή ακτή, πλεύρισαν στο αραγμένο Tarsus το οποίο πήρε φωτιά και τελικά καταστράφηκε. Κάποιοι είπαν πως λειτούργησε τελικά σαν ασπίδα για τα παρακείμενα γυαλιά και τα προστάτευσε καθώς δεν άφησε το Petar Zoranić να πέσει επάνω τους. Τα ρεύματα συνέχισαν να μεταφέρουν τα φλεγόμενα σκάφη βόρεια, προς το Beykoz και τότε ο τρόμος μεγάλωσε καθώς εκεί στις ακτές υπήρχαν δεξαμενές καυσίμων. 
Η Πόλη έζησε έναν εφιάλτη που τελείωσε με τον βομβαρδισμό των καραβιών για να κατορθώσουν να σβήσουν τη φωτιά. 
Οι ζωές των ναυτικών που χάθηκαν, ο τρόμος που έζησαν οι κάτοικοι, η οικολογική καταστροφή, με 12.000 τόνους βενζίνης και 10.000 τόνους πετρελαίου που χύθηκαν στη θάλασσα, χαράχθηκαν στη μνήμη και στην ιστορία της Πόλης. 
Η τελευταία σελίδα της τραγωδίας γράφτηκε στο λιμάνι του Πειραιά, όταν έφτασαν μόνο 6 ανώνυμοι σκελετοί καθώς οι υπόλοιποι 23 έγιναν στάχτη πάνω στο φλεγόμενο «Παγκόσμιος Αρμονία».

Στα Silolar του Çubuklu – Εργοστασιακοί χώροι μετατράπηκαν σε πολιτισμό

Της Μαρίας Δήμου

Η ιδέα της αξιοποίησης και της μετατροπής παλαιών εργοστασιακών χώρων σε χώρους πολιτιστικών εκδηλώσεων και βιβλιοθήκες βρήκε εφαρμογή και στα σιλό, στις παλαιές δεξαμενές καυσίμων, στην ασιατική ακτή της Πόλης. Μετά τον μετασχηματισμό του Hasanpaşa Gazhanesi, του Bakırköy Baruthanesi, του Feshane-i Âmire κι άλλων εργοστασιακών εγκαταστάσεων από τη διεύθυνση  Miras (κληρονομιάς) İBB (του Μητροπολιτικού Δήμου της Πόλης) ήρθε και η σειρά των Silolar.
Ανάμεσα στην Kanlıca και στο Beykoz, στο λιμάνι του  Çibuklu, από το 1930 δημιουργήθηκε ένας χώρος αποθήκευσης καυσίμων ως απάντηση στις όλο και μεγαλύτερες ανάγκες για ενέργεια στην Πόλη που αναπτυσσόταν ραγδαία. Ήταν μεταλλικές δεξαμενές που τις διαχειρίζονταν ιδιωτική εταιρεία καυσίμων. Λειτουργούσαν ως δεξαμενές μέχρι πριν από 10-15 χρόνια, οπότε και εγκαταλείφθηκαν. Σήμερα μένουν όρθιες 15 δεξαμενές αφού κάποιες με το πέρασμα του χρόνου έχουν καταρρεύσει.
Αυτό το χώρο των 20.000 τ.μ.  το 2021 ο Μητροπολιτικός Δήμος πήρε απόφαση να τον μετασχηματίσει σε κέντρο πολιτισμού. Έτσι πέρσι το Μάρτιο άνοιξαν τις πόρτες στο κοινό χώροι εικαστικών εγκαταστάσεων μέσα στα σιλό, εστιατόριο και καφέ καθώς και μία δημόσια δανειστική βιβλιοθήκη.
Οι μέχρι τώρα περιοδικές εκθέσεις αποτελούνται από έργα σύγχρονης τέχνης και διαρκούν μερικούς μήνες δίνοντας την ευκαιρία στο κοινό να τις επισκεφτεί.
Τα Silolar αποτελούν ένα πολλαπλό σημείο αναφοράς. Από τη μαγευτική τοποθεσία με θέα το Βόσπορο, την επίσκεψη στις εικαστικές εγκαταστάσεις, την ευκαιρία για βόλτα και καφέ ως τη δυνατότητα εργασίας στον ήσυχο και όμορφο χώρο της βιβλιοθήκης. Η πρόσβαση είναι πιο εύκολη από τη Στένη (İstinye) με το φέρυ-μπόουτ.  Κάθε εποχή δίνει μια διαφορετική μορφή και χρώμα στα στενά του Βοσπόρου, στα γιαλιά των ακτών και στις γειτονιές της ανατολικής πλευράς της Πόλης

 

 

Οι Ρωμαίικοι Σύνδεσμοι της Πόλης και της Ίμβρου έκοψαν την πρωτοχρονιάτικη πίτα τους

Της Μαρίας Δήμου

Για άλλη μια χρονιά με πνεύμα συνεργασίας κι ενότητας έκοψαν την κοινή βασιλόπιτά τους οι Ρωμαίικοι Σύνδεσμοι της Πόλης και της Ίμβρου με τα ευλογίες του Οικουμενικού Πατριάρχη κκ. Βαρθολομαίου στην νεοανακαινισμένη αίθουσα της Μαρασλείου Σχολής.
Στην κατάμεστη αίθουσα  εκ μέρους των Συνδέσμων μίλησε ο κ. Αντώνης Φιλιππίδης Πρόεδρος του Συνδέσμου Παιδοπόλεως Νήσου Πρώτης ενώ τα μέλη ο κ. Δολτσινιάδης και η κ. Διακρούση απήγγειλαν ένα ποίημα αφιερωμένο στον Οικουμενικό Πατριάρχη που το έγραψε ο πρώτος. 
Τα μέλη της χορωδίας Μουσικοφίλων έψαλαν το τροπάριο του Αγίου Βασιλείου κι ο κ. Δεμιρτζόγλου με το ακορντεόν του μαζί με παιδιά και μεγάλους τραγούδησαν τα κάλαντα καθώς ο Πατριάρχης έκοβε την πίτα. 
Η εκδήλωση έκλεισε με την καθιερωμένη οικογενειακή φωτογραφία.

 

Κοινοποίηση μέσω:
Τελευταίες Ειδήσεις

Με την εγγραφή ή τη χρήση αυτού του ιστότοπου αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης και την Πολιτική Aπορρήτου της σελίδας

Μοιραστείτε μαζί μας τις δικές σας ειδήσεις:
info@edotourkia.gr

Powered by WebMedia | Developed by Monoware Web