Της Κορνηλίας Τσεβίκ Μπαϊβερτιάν

Υπήρξαν χρόνια δύσκολα, μα όχι άδεια. Χρόνια που μπορεί να μας στέρησαν την άνεση, δεν μπόρεσαν όμως να μας στερήσουν την αγάπη και την πίστη, όπως τις ζούσε ο καθένας στον δικό του κύκλο. Στην Κωνσταντινούπολη των δεκαετιών του ’70 και του ’80, οι γιορτές δεν μετριούνταν με το μέγεθος της λάμψης, αλλά με το βάθος της καρδιάς που χτυπούσε δυνατά.
Στο απόσπασμα που ακολουθεί, ΄οι χρονιάρες μέρες΄ ζωντανεύουν ως στιγμές πίστης, συντροφικότητας και εσωτερικής δύναμης. Οι εκκλησιές, τα στολισμένα σπίτια, τα παιδικά χαμόγελα, οι μικρές χαρές της καθημερινότητας, όλα υφαίνουν έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι αντλούσαν κουράγιο από την παράδοση και την κοινή τους μοίρα.
Στις μέρες μας, οι εορτασμοί τελούνται με μεγαλύτερη ένταση και οργάνωση, ευνοημένοι από διαφορετικές κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες. Όμως η μνήμη εκείνων των χρόνων μας θυμίζει ότι η ουσία της γιορτής δεν βρίσκεται μόνο στο εξωτερικό της περίβλημα, αλλά κυρίως στο εσωτερικό της περιεχόμενο.
Ήταν γιορτές λιτές, αλλά αληθινές. Γιορτές που μας έμαθαν πως, ακόμη κι όταν οι καιροί στενεύουν, η αγάπη μπορεί να πλαταίνει τις ζωές και η πίστη να φωτίζει τον δρόμο. Είθε ο νέος χρόνος να φέρει σε όλους μας υγεία, ειρήνη, ελπίδα και τη δύναμη να κρατάμε ζωντανά όσα μας φέρνουν πιο κοντά...
Στην Πόλη, οι μεγάλες εορτές της Χριστιανοσύνης, όπως και οι μνήμες Μαρτύρων και Αγίων, ανέκαθεν γιορτάζονταν πανηγυρικά, με ευλάβεια, με αγαλλίαση και με περισσή κατάνυξη, από τους Ορθοδόξους που ζούσαν και ζουν ακόμη υπό την σκέπη Οικουμενικού Πατριαρχείου επί δεκαεπτά συνεχείς αιώνες στην Πόλη του Κωνσταντίνου.
Οι πιστοί αντλούσαν από την Εκκλησία τους πίστη, θρησκευτικότητα, αγάπη προς τον πλησίον και αφοσίωση στα ιερά και όσια του Γένους,χάρις στην φροντίδα Πατριαρχών, Αρχιερέων και του ιερατείου γενικά, οι οποίοι αγκάλιαζαν και αγκαλιάζουν μέχρι σήμερα, επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου του Ιμβρίου, κάθε Ρωμιό και κάθε Ορθόδοξο Χριστιανό που έχει την τύχη να ζει στην ιερή αυτή πρωτεύουσα της Ρωμιοσύνης και της Πανορθοδοξίας.
Oι γιορτές μας, στην μουσουλμανική το θρήσκευμα Τουρκία,ακολουθούσαν «πάππου προς πάππου» τα καθιερωμένα παραδοσιακά πρότυπα.
Είναι αξιοσημείωτο όμως, ότι κατά την σιδηρά και σκοτεινή δεκαετίατου ’80, επί Πατριαρχίας του ταπεινού και ήπιου τον χαρακτήρα του Μακαριστού Πατριάρχου Δημητρίου, υπήρξαν περιορισμοί που σαφώςεπηρέασαν τις εορταστικές μας συνήθειες.
Στα σχολειά και στις εκκλησιές μας κυριαρχούσε η εσωστρέφεια. Το κλίμα ενεργούσε αρνητικά στην ψυχολογία των ανθρώπων, με συνέπεια την στέρηση της χαράς που δίνουν οι γιορτές. Ήδη το ρεύμα της μετανάστευσης στην Ελλάδα συνεχιζόταν και χωρίς συγγενείς και φίλους που ολοένα μετοικούσαν, ο κοινωνικός μαρασμός ήταν αναπόφευκτος.
Ο καθείς έκανε ό,τι κι όσο μπορούσε, δεχόμενος την κατάσταση με κάποια παθητικότητα. Έτσι συσπειρωθήκαμε σε μερικούς ενοριακούς Ναούς. Εκκλησιαζόμασταν στους πιο κεντρικούς και αριθμητικά πολυπληθείς ναούς για να νιώσουμε την γιορτινή ατμόσφαιρα, όπως στο Πατριαρχείο, στην Αγία Τριάδα του Ταξίμ, στον Άγιο Δημήτρη του Κουρτουλούς, στην Αγία Τριάδα της Χαλκηδόνας. Ερήμωναν μέρα με την ημέρα οι εκκλησίες των περιφερειακών ενοριών της Πόλης...

Ο μακαριστός Οικουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος
Τη δεκαετία αυτή, η τουρκική κοινωνία δεν ήταν εξοικειωμένη με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και την εθιμοτυπία των χριστιανικών εορτών, όπως συμβαίνει σήμερα.
Οι μετανάστες από την Ανατολία οι οποίοι αυξάνονταν μέρα με την ημέρα, δεν γνώριζαν καν τον «Ρωμιό», ώστε να γνωρίζουν τον πολιτισμό του. Δεν υπήρχαν εμπορικά κέντρα παρά μόνον λαϊκά τσαρσιά καιπαζάρια στα οποία ήταν αδύνατο να συναντήσει κανείς ίχνος χριστιανικότητας, ούτε καν κατά την περίοδο της πρωτοχρονιάς.
Τα πρωτοχρονιάτικα στολίδια, μας τα έστελναν οι συγγενείς μας ή τα φροντίζαμε εμείς κατά τα ταξίδια μας στην Ελλάδα, παραμονές των εορτών.
Τότε, μόνο τα κόκκινα «γκι» είχαν την τιμητική τους και τα πουλούσαν στα στενά της Πόλης Tούρκοι πλανόδιοι πωλητές, διατυμπανίζοντάς τα με στεντόρια κραυγή «κόκκινααα!». Τα αγόραζε ο κοσμάκης, διότι όποιες και νά’ταν οι συνθήκες ζωής, Χριστούγεννα και σπίτι χωρίς στολισμό δεν νοούνταν.
Ενώ παλαιότερα οι γονείς μας αγόραζαν φυσικά έλατα από τον αυλόγυρο των εκκλησιών μας, κατά τη δεκαετία του ’80 συνηθίστηκε η αγορά του ψεύτικου πλαστικού δέντρου που μας συνόδευε τουλάχιστον για μια δεκαετία. Είχε ασφαλώς την πρακτική του πλευρά.
Ίσως να μη μοσχοβολούσε το σαλόνι μας από την ευωδιά του ζωντανού πεύκου, αλλά από οικολογικής σκοπιάς, μας κάλυπτε. Φθάνει να ‘χαμε αποθήκη για να το φυλάμε μέχρι την επόμενη Πρωτοχρονιά! Τα πολύ ακριβά, εύθραυστα και πολύχρωμα στολίδια-τζιτζιά της εποχής, κατάντησαν πολύτιμες αντίκες όταν αντικαταστάθηκαν από πλαστικά ομοιώματά τους.
Τα αποθηκεύαμε σε ειδικές κούτες με χωρίσματα για να μην καταστραφούν. Οι γιρλάντες «βροχή», που σήμερα θεωρούνται κιτς, τότε αποτελούσαν την τελευταία λέξη της χριστουγεννιάτικης μόδας. Και τα λαμπάκια με μουσική, που μόλις είχαν πρωτοεμφανιστεί, ήταν περιζήτητα.

Τα παλιά στολίδια
Σαν μαθητούδια, κάθε Χριστούγεννα αφού πρώτα κοινωνούσαμε, λαμβάναμε το δώρο μας από τον Μητροπολίτη της περιφέρειάς μας φιλώντας το χέρι του. Με μεγάλη χαρά περιμέναμε την στιγμή αυτή. Τύχαινε κάποιες φορές το δώρο να μην μας είναι αρεστό! Τότε ανταλάσσαμε τα δώρα μεταξύ μας.
Αν κάποιος έμενε άπρακτος και εκτός νυμφώνος έφευγε με κλάματα από την Εκκλησία. Στις περιπτώσεις αυτές, οι γονείς μας αποζημείωναν πηγαίνοντάς μας κατ΄ευθείαν στο κοντινότερο παιχνιδάδικο της γειτονιάς!
Την Πρωτοχρονιά και το Πάσχα, μικροί, μεγάλοι, συγγενείς και φίλοι μαζευόμασταν στα σπίτια. Κάθε Πρωτοχρονιά και καληβραδιά ατενίζαμε με περιέργεια τα δώρα μας κάτω από το αστραφτερό πρωτοχρονιάτικο δέντρο, αναμένοντας ανυπόμονα την γαλοπούλα και την αηβασιλόπιτα, ανάμεσα σε φωνές από ψαλμούς και μελωδίες τραγουδιών.
Η τοπική εορτή της «θυσίας» προβάτων στον Άγιο Στέφανο στις 27 Δεκεμβρίου, ακόμα και σε εκείνους τους δύσκολους καιρούς, δεν είχε παύσει να πανηγυρίζεται.
Η Κατάδυση του Τιμίου Σταυρού την ημέρα των Φώτων συνεχίστηκε στο γραφικό αυτό προάστιο της Πόλης. Αν και λόγω του ότι σπάνιοιήταν πλέον οι ρωμιοί νέοι που έπεφταν στην θάλασσα για τον Σταυρό, την αποστολή αυτή την επωμίζονταν «μισθωτοί» εντόπιοι ψαράδες του χωριού!
Στις μέρες μας τα Φώτα εορτάζονται πανηγυρικά στο Φανάρι και σε πολλά κεντρικά προάστια της Πόλης, στον Άγιο Στέφανο, στο Μεσοχώρι, στο Κουσκουντζούκι και στα Πριγκηπόννησα.
Για πρώτη φορά, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ.Βαρθολομαίος τέλεσε την Κατάδυση του Τιμίου Σταυρού στην Τρίγλια της Βιθυνίας, στον ιστορικό Ναό του Αγίου Βασιλείου, σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο, στις 19 Ιανουαρίου, παρουσία πιστών από την Πόλη και απογόνων Τριγλιανών που ήρθαν προσκυνηματικά από τη Νέα Τρίγλια και τη Ραφήνα.
Την διοργάνωση της Λειτουργίας είχε αναλάβει ο τότε Μητροπολίτης Προύσης και νυν Αρχιεπίσκοπος Αμερικής κ. Ελπιδοφόρος.
Ήταν γιορτές που μας έμαθαν ότι, ακόμη κι όταν οι καιροί στενεύουν, η αγάπη μπορεί να πλαταίνει τις ζωές και η πίστη να φωτίζει τον δρόμο.
(Α Μέρος, αύριο το Β Μέρος)




