Αναταραχή προκαλεί στην Τουρκία η επικείμενη επίσκεψη του Πάπα Λέοντα ΙΔ΄, ο οποίος θα βρεθεί στη χώρα από 27 έως 30 Νοεμβρίου για τα 1.700 χρόνια από τη Σύνοδο της Νίκαιας.
Ο Σελτσούκ Ερενερόλ, εκπρόσωπος του λεγόμενου «Τουρκορθόδοξου Πατριαρχείου» και εγγονός του Πάπα Ευθύμ, μιλώντας στη Τζουμχουριέτ, επιτέθηκε τόσο στον Πάπα όσο και στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, λέγοντας πως η τελετή στη Νίκαια «δεν είναι θρησκευτική, αλλά πολιτική» και ότι «απειλεί την εθνική κυριαρχία της Τουρκίας».
«Ο Πατριάρχης του Φαναρίου χρησιμοποιεί παράνομα τον τίτλο “Οικουμενικός”, κάτι που δεν έχει αναγνωριστεί ποτέ από την Οθωμανική Αυτοκρατορία ή την Τουρκική Δημοκρατία. Ο τίτλος αυτός είναι επικίνδυνος για την ενότητα του έθνους», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Η λεγόμενη Τουρκορθόδοξη Κοινότητα εξέδωσε επίσης σκληρή ανακοίνωση, χαρακτηρίζοντας την επίσκεψη του Πάπα «πολιτική επίδειξη ισχύος». Το θέμα πήρε φωτιά στα social media, με εθνικιστές χρήστες να καλούν τις αρχές να αντιδράσουν.
Ο ακραίος ισλαμιστικός Τύπος, όπως η Μιλλιγκαζετέ και η Αϊντινλίκ, συνδέει την επίσκεψη με το Κυπριακό, παρουσιάζοντας τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη ως «ηγέτη της Ελληνοκυπριακής Διοίκησης» και κατηγορώντας τον ότι «εξυμνεί την ΕΟΚΑ».
Σύμφωνα με το Middle East Eye, στην τελετή της Νίκαιας θα παραστεί και ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς, κάτι που δίνει στην εκδήλωση ακόμη πιο ισχυρό πολιτικό τόνο.
Το πρόγραμμα της επίσκεψης
Ο Πάπας θα φτάσει στην Άγκυρα στις 27 Νοεμβρίου, θα επισκεφθεί το Μαυσωλείο του Κεμάλ Ατατούρκ και θα συναντηθεί με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Θα συνεχίσει στην Κωνσταντινούπολη για επαφές με θρησκευτικούς ηγέτες και στις 28 Νοεμβρίου θα μεταβεί στη Νίκαια (İznik) για να συμμετάσχει σε «Οικουμενική Προσευχή».
Η επίσκεψη κορυφώνεται στις 29 Νοεμβρίου με την υπογραφή κοινού ανακοινωθέντος με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ενώ στις 30 Νοεμβρίου θα παρακολουθήσει Θεία Λειτουργία στο Φανάρι και θα αναχωρήσει για τον Λίβανο.
Η χρήση του όρου «οικουμενικός» από το Βατικανό προκαλεί ήδη αντιδράσεις στην Άγκυρα, με εθνικιστικούς κύκλους να προειδοποιούν ότι η κίνηση αυτή «έρχεται σε αντίθεση με τη Συνθήκη της Λωζάννης» και «ανοίγει επικίνδυνες πόρτες για διεθνείς διεκδικήσεις».




