Κορνηλία Τσεβίκ Μπαϊβερτιάν

Παρά τις δυσκολίες, ορισμένα έθιμα δεν έπαψαν ποτέ. Η τοπική εορτή της «θυσίας» στον Άγιο Στέφανο, η Κατάδυση του Τιμίου Σταυρού στα Φώτα, ακόμη και όταν δεν υπήρχαν αρκετοίΡ ωμιοί νέοι, συνέχισαν να τελούνται. Στις μέρες μας, τα Φώτα γιορτάζονται πανηγυρικά στο Φανάρι, στον Άγιο Στέφανο, στο Μεσοχώρι, στο Κουσκουντζούκι και στα Πριγκηπόννησα, ενώ η τέλεση της Κατάδυσης στην Τρίγλια της Βιθυνίας έδωσε νέο συμβολισμό στη συνέχεια της παράδοσης.

Η Kατάδυση του Τιμίου Σταυρού στο Φανάρι / Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ.Βαρθολομαίος
Στις μέρες μας όπου η τουρκική κοινωνία αμερικανοποιείται οικονομικά, ο ντόπιος λαός στολίζει πια χριστουγεννιάτικα δέντρα, όχι βέβαια, για να γιορτάσει την Γέννηση του Χριστού, αλλά για να προϋπαντήσει τον καινούργιο χρόνο.


Εδώ πρέπει να γίνει μνεία και της Χριστουγεννιάτικης λειτουργίας στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία του Αγίου Αντωνίου (Saint Antοine) στο Πέρα τα μεσάνυχτα, που τελείται εδώ και πολλά χρόνια με την παρουσία πολλών διανοουμένων τούρκων της υψηλής κοινωνίας και του καλλιτεχνικού χώρου που δυτικοφέρνει. Το γεγονός αυτό αφήνει «άλαλη» μια μεγάλη μερίδα συντηρητικών μουσουλμάνων.

Saint Antoine / Pera
Τελευταίως, με πρωτοβουλία του Διευθυντή του Ζωγραφείου Γιάννη Δεμιρτζόγλου, και συνοδεία του ακορντεόν του, ψάλλονται πανηγυρικά τα παραδοσιακά ρωμαίικα κάλαντα στη Μεγάλη οδό και στα στενά του Πέρα με την συμμετοχή πλήθους ρωμιών και νεοπολιτών, μπρος στα μάτια των έκπληκτων Τούρκων περαστικών.
Το γεγονός μεταδίδεται από τα μίντια κάθε χρόνο, δίνοντας έτσι ένα ισχυρό «παρών» των λιγοστών ρωμιών της Πόλης. Η πομπή των καλάντων του Ζωγραφείου και του ΕΡΘΟ, μεταβαίνει στη συνέχεια στα Πατριαρχεία, και στο Γηροκομείο του Βαλουκλή.
Επίσης, τα κάλαντα ψάλλονται και από μαθητές των ομογενειακών σχολείων, χαρίζοντας χαρά και κέφι στα σπίτια των ρωμιών τα οποία επισκέπτονται για το γούρι της χρονιάς. Πολλές φορές οι ομάδες των μαθητών συνοδεύονται από δασκάλους και καθηγητές με κάποιο μουσικό όργανο που προσθέτει χρώμα και μελωδία στην όλη εικόνα.
Το κλίμα της εορταστικής περιόδου στην Ελλάδα με τις ουκ ολίγες μέρες αργίας, ο ενθουσιασμός των Ελλαδικών για τα ιερά και όσια της Πόλης μας, η νοσταλγία των εκπατρισθέντων κατά διαστήματα Πολιτών για την γενέτειρά τους, δημιούργησαν με τον χρόνο ένα είδος θρησκευτικού τουρισμού.
Έτσι, κατά το διάστημα των εορτών έρχονται πλήθη προσκυνητών στην Πόλη για να απολαύσουν τις ομορφιές που είναι ριζωμένες στο υποσυνείδητο τους, μέσα από την ιστορία και την παράδοση. Έτσι εξηγείται το αδιάκοπο πάνε κι έλα των ταξιδιωτικών πούλμαν «εις την Πόλιν», γεμάτα από ανθρώπους που ξεχειλίζουν τις εκκλησιές μας κατά τις γιορτές.
Η έντονη αυτή ανθρώπινη παρουσία ανάμεσά μας, μάς άρεζε, γιατί τόνωνε το ηθικό μας κι έδινε μια άλλη διάσταση στην υπόστασή μας μέσα στην ετερόθρησκη αυτή χώρα που ζούσαμε.
Αν και κατά καιρούς ασκήθηκαν πιέσεις και μεσολάβησαν τρομοκρατικά επεισόδια με στόχο τους Έλληνες, τραυματικά γεγονότα με στόχο λατρευτικούς χώρους και επιθέσεις με εθνικιστικό χαρακτήρα, πουεπηρέασαν έντονα οδηγώντας την κοινοτική μας ζωή κατά τρία βήματα πίσω.
Οι Ελλαδίτες όμως παρά ταύτα δεν έπαυσαν να επισκέπτονται την Κωνσταντινούπολη. Μάλιστα είναι αξιοσημείωτο πως έπειτα από κάθε περίοδο αραίωσης ταξιδιών στην Πόλη, ακολουθούσε μια ραγδαία αύξηση των επισκεπτών της.
Κάθε Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Πάσχα, τα ταξιδιωτικά γραφεία αναζητούσαν ξεναγούς, ειδικούς και μη, για να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες της δουλειάς.
Δεν ήταν λίγοι οι συμμαθητές μας που για ένα χαρτζιλίκι ή από περιέργεια προς το επάγγελμα του «ξεναγού», έκαναν την πρώτη απόπειρά τους ως συνοδοί Ελλήνων οδηγών πούλμαν που δεν γνώριζαν τους δρόμους της Πόλης. Ή ακόμα και ως λαθραίοι κι ανειδίκευτοι ξεναγοί, ριψοκινδυνεύοντας να συλληφθούν.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι σήμερα, όπου ο κόσμος αλλάζει ολοταχώς ανάλογα με τις ραγδαίες πολιτικές ανακατατάξεις, πάμπολλοι ορθόδοξοι, προερχόμενοι από διάφορες χώρες και εθνικές καταταβολές, βρίσκουν στέγη και καταφύγιο στην Πόλη, χάρις στην απλόχωρηφιλοξενία που τους προσφέρει το Πατριαρχείο μας.
Έτσι, Βούλγαροι και Ρουμάνοι, Αντιοχείς και Γεωργιανοί που εκπατρίστηκαν και η τύχη τους μετατόπισε σ’ αυτόν εδώ τον ευλογημένο τόπο, συνεχίζουν τον αγώνα επιβίωσής τους συγχωνευόμενοι με τηνπράξη και παράδοση Εκκλησίας μας.
Σε κάποιες εκκλησιές της Πόλης, όπως π.χ.στον βουλγαρικό ναό της Εξαρχίας, κάθε Κυριακή παρατίθενται γεύματα που αποβλέπουν όχι μόνο στον εκκλησιασμό, αλλά και στην κοινωνικοποίηση των ορθόδοξων μεταναστών, γύρω από ένα τραπέζι.
Οι Ρουμάνοι πάροικοι λειτουργούνται επί δύο και πλέον δεκαετίες στον Ναό της Αγίας Παρασκευής του Πικριδίου (Χάσκιοϊ). Ενώ οι Γκαγκαούζοι, οι τουρκόφωνοι αυτοί ορθόδοξοι από τα Βαλκάνια, φιλοξενούνται στο υπό την σκέπη του Πατριαρχείου ευρισκόμενο ρωσσικό Μετόχι του Γαλατά.
Οι εκκλησιές και τα αγιάσματα μας ήταν πάντα ανοιχτά, και δέχονταν ακόμα και αλλογενείς πιστούς, οι οποίοι, μεγαλωμένοι στον γεωγραφικό αυτό χώρο και συνδιαλεγόμενοι με ρωμιούς γνωστούς και γείτονες, είχαν ακούσματα σχετικά με την πίστη μας και κάποια γνώση για τα όσια και ιερά μας.
Η συνήθεια π.χ. αλλόθρησκων πιστών να σκαρφαλώνουν κάθε χρόνο στις 23 Απριλίου, τον λόφο του Αγίου Γεωργίου του Κουδουνά στην Πρίγκηπο, είναι ένα είδος μυσταγωγίας, που έχει απήχηση στα τουρκικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Οι επισκέψεις, σε ουρές ολόκληρες, Τούρκων Μουσουλμάνων στην Παναγία του Βεφά κάθε πρωτομηνιά, κρατώντας στα χέρια αφιερώματα για την Παναγία, είναι από τις αξιοθαύμαστες σκηνές προσκυνήματος.
Το ίδιο ενδιαφέρουσα είναι και η τακτική επίσκεψη των Μουσουλμάνων πιστών (τρία Σάββατα επανωτά), στο Αγίασμα του Αγίου Δημητρίου του Κουρούτσεσμε, το οποίο θεωρούν θαυματουργό και ιαματικό.
Η εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα στο Κουσκουντζούκι (Χρυσοκέραμος), είναι και αυτή τόπος προσκυνήματος Τούρκων από τα πολύ παλιά χρονιά. Πολλοί μουσουλμάνοι, κυρίως τον Ιούλιο, έρχονται στην γιορτή του Αγίου.
Οι λειτουργίες σε μικρούς ή μεγάλους Ορθόδοξους ναούς κι αγιάσματα, συμβάλλουν στην ειρηνική συνύπαρξη ενός ετερογενούς κόσμου που ζει στον ίδιο τόπο. Υπάρχουν μαρτυρίες μουσουλμάνων που μιλούν για θαύματα της Παναγίας στο σπίτι τους και επίλυση των προβλημάτων τους.
Κλείνοντας αυτή την αναδρομή, δεν θα μπορούσε να λείπει μια σύντομη αναφορά σε δύο σημαντικές θρησκευτικές παραδόσεις του μουσουλμανικού κόσμου: το Ραμαζάνι και τη Γιορτή των Θυσιών (Kurban Bayramı). Γιατί, ως κάτοικοι μιας μουσουλμανικής χώρας, ζούσαμε αναπόφευκτα μέσα στην ατμόσφαιρα αυτών των εορτών, ακόμη κι αν δεν ανήκαμε στη μουσουλμανική θρησκεία.
Κάθε περιοχή της Πόλης έχει τουλάχιστον ένα τζαμί, και κάθε Ρωμιός έχει μουσουλμάνους γείτονες, συνεργάτες και φίλους, με συνέπεια να επηρεάζεται από τις ιδιαιτερότητες των εορτών του μουσουλμανικού κόσμου.
Οι πολυήμερες διακοπές των εορτών αυτών αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας και αλλάζουν τους ρυθμούς της ζωής μας. Αλλά και τις γευστικές μας προτιμήσεις.
Την περίοδο του Ραμαζανιού, της ιδιότυπης αυτής νηστείας του μουσουλμανικού κόσμου, οι ρωμιοί σπεύδουν να αγοράσουν την ζεστή και μοσχοβολούσα ραμαζανόπιτα, η οποία σε συνδυασμό με τουλουμοτύρι, έχει μια σπάνια γεύση που μπορεί να συναγωνιστεί όλες τις γκουρμέ σπεσιαλιτέ. Επίσης ο χουρμάς και το γκιουλλάτσι (γλύκισμα από φύλλο, γέμιση καρυδιού και ροδόνερο) είναι από τις πεντανόστιμες γεύσεις του ραμαζανιού.
Όπως κατά τις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης οι Ρωμιοί αντάλλαζαν δώρα μεταξύ τους, έτσι και στα μουσουλμανικά «μπαϊράμια» αντάλλαζαν ευχές και δώρα με τους Τούρκους φίλους και γείτονές τους. Στο «Σεκέρ μπαϊραμί» αυτοί μας πρόσφεραν γλυκά και κατά την «Γιορτή των Θυσιών» ένα κομμάτι κρέας.
Όπως κι εμείς το Πάσχα τους προσφέραμε κόκκινα αυγά, τσουρέκια και σοκολάτες, την Πρωτοχρονιά δε αηβασιλόπιτες.




